Ειδική Γλωσσική Διαταραχή (ΕΓΔ)
Η Ειδική Γλωσσική Διαταραχή (ΕΓΔ) είναι μια αναπτυξιακή διαταραχή στη κατάκτηση της γλώσσας με την μορφή της καθυστέρησης ή της δυσλειτουργίας ή και των δυο, χωρίς όμως να συνδέεται με άλλες διαταραχές.
Τα παιδιά με Ειδική Γλωσσική Διαταραχή (ΕΓΔ) παρουσιάζουν ένα ανομοιογενές προφίλ μεταξύ γνωστικών και γλωσσικών δεξιοτήτων. Στις γλωσσικές ικανότητες εμφανίζουν μεγάλες δυσκολίες στην σύνταξη, τη μορφολογία, τη σημασιολογία και τη φωνολογία, συχνά όμως παρουσιάζουν ελλείματα και στις γνωστικές δεξιότητες όπως στην μνήμη, στην αντίληψη (οπτική και χωρική) ή στην προσοχή. Η ειδική γλωσσική διαταραχή μπορεί να είναι εκφραστικού τύπου ή αντιληπτικού τύπου ή μικτή. Τα παιδιά με ΕΓΔ εμφανίζουν μια χρονολογική καθυστέρηση στην απόκτηση γλωσσικών ορόσημων (π.χ. πρώτη λέξη, πρώτη φράση) και γενικότερα έχουν ένα πιο αργό ρυθμό ανάπτυξης.
Πολλές φορές καθυστερούν να «καθαρίσουν» την ομιλία τους, αργώντας να προφέρουν σωστά όλα τα φωνήματα. Γενικά τα παιδιά με ΕΓΔ παρουσιάζουν από μικρή ηλικία καθυστέρηση στην κατανόηση και στην έκφραση του λόγου τους, η οποία συνεχίζεται και στη μετέπειτα ζωή τους, αν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα, ιδιαίτερα όταν οι δυσκολίες αφορούν στην κατανόηση τόσο του προφορικού όσο και του γραπτού λόγου. Μεγαλώνοντας εμφανίζουν χαμηλή μαθησιακή επίδοση, που τα δυσκολεύει στη παρακολούθηση της παράδοσης του μαθήματος, αδυνατούν να ακολουθήσουν προφορικές οδηγίες με αποτέλεσμα το παιδί να κλείνεται στον εαυτό του.
Επηρεάζεται η κατανόηση του προφορικού λόγου. Το παιδί δυσκολεύεται να κατανοήσει την γραμματική, δεν αντιλαμβάνεται τη μέση και παθητική φωνή, τις χωρικές – χρονικές έννοιες, τις αφηρημένες έννοιες και τις μεταφορές. Αδυνατεί να χρησιμοποιήσει τον σωστό χρόνο, αρκετά συχνά χρησιμοποιεί τον ενεστώτα και έχει άτακτη τοποθέτηση κάποιων λέξεων μέσα στην πρόταση (π.χ. «έχω ένα παππούς», «η γάτα ήταν μαύρο»). Δυσκολεύεται να ακολουθήσει σύνθετες προφορικές εντολές. Δυσκολία παρουσιάζει, ακόμα, στη συμμετοχή του σε διάλογο αλλά και στη διατήρηση του. Στην κατανόηση της ανάγνωσης αλλά και στην απομνημόνευση και ανάκληση σημαντικών πληροφοριών του κειμένου. Οι ρυθμοί του σε όλες αυτές τις δεξιότητες είναι αργοί και η μάθηση γίνεται μια δύσκολη διαδικασία για το παιδί και τους γονείς του.
Η έκφραση του προφορικού λόγου παρουσιάζει τα παρακάτω χαρακτηριστικά. Εμφανίζει περιορισμένο έως και φτωχό λεξιλόγιο, αποφεύγονται σύνθετες λέξεις, οι προτάσεις του είναι σύντομες και απλοϊκές σε σχέση με την ηλικία του .Τα μικρότερα παιδιά δυσκολεύονται αρκετά στη συντακτική και γραμματική δομή των φράσεων τους , ενώ τα μεγαλύτερα δυσκολεύονται στην ανεύρεση της κατάλληλης λέξης για να εκφραστούν, αλλά και να διηγηθούν μια ιστορία με τη σωστή σειρά. Βέβαια, το ίδιο συμβαίνει και τον γραπτό τους λόγο. Υπάρχουν αρκετά ορθογραφικά λάθη, κάνουν γραμματικά λάθη, υπάρχουν κάποιες εκτός θέματος προτάσεις, κάνουν επαναλήψεις λέξεων και μικρές προτάσεις χωρίς κανένα σημασιολογικό περιεχόμενο.